Γράφει η Αλεξάνδρα Κουντουρά / ατάκτως ερριμμένα
Σε είδα πάλι μετά από καιρό. Η εικόνα σου μου έδωσε χαρά. Σήμερα είδα τα μάτια σου, να λάμπουν.
Σου το είπα, γιατί είχα συνηθίσει να βλέπω την θλίψη στα μάτια σου και να ακούω το παράπονο σου. Είχα συνηθίσει να σου μιλάω με θυμό. Είχα κουραστεί να σε δικαιολογώ και να σου δίνω ελαφρυντικά.
Χάρηκα που σε είδα δροσερή χαρούμενη με βλέμμα σπινθηροβόλο. Στα χείλη σου τρεμόπαιζε συνέχεια το χαμόγελο. Οι κινήσεις σου ήρεμες. Το καλημέρα σου το μοίραζες απλόχερα.
Και αμέσως θυμήθηκα τις τόσες φορές που τα λόγια μου γινόταν κοφτερές λεπίδες στην προσπάθεια μου να σε συνετίσω, που ήμουν απόλυτη και απότομη μαζί σου όταν σε έβλεπα να αφήνεις την ζωή σου σε λασπωμένα χέρια.
Θυμήθηκα τις φορές που προσπάθησα να σε συγκρατήσω για να μη σκορπιστείς. Θυμήθηκα όταν σε έβλεπα να κουρνιάζεις στην γωνία σου γλύφοντας τις πληγές σου και να κατεβάζεις το βλέμμα σου από ντροπή.
Εξοργισμένη, καθόμουν απέναντι σου και σε έβλεπα να τριγυρνάς φιμωμένη σαν όμηρος και να ζητάς να σε σώσουν όταν εσύ η ίδια υπέκυψες σε αυτή την ομηρία.
Πόση μεγάλη χαρά μου έδωσες που επιτέλους πέταξες από πάνω σου τον άχρωμο θυμό, είχε και εκείνος πια ξεθωριάσει από την πολυχρήση του. Χρόνια ολόκληρα χάριζες τη ζωή σου σε αγράμματους ανθρώπους και ξέρεις ποιους εννοώ. Όλους εκείνους που η γνώση τους σταματάει την στιγμή της δικαίωσης του άλλου.
Μου προκαλούσε πόνο η εμμονή σου να αφήνεις τα όνειρα σου σε γυρολόγους και εκείνοι να τα κρεμάνε στους πάγκους τους. Άλλες φορές τα ξεπουλούσαν φθηνά και άλλες φορές τα χάριζαν σε επιδειξίες με ρυτιδιασμένα χέρια για να διακοσμήσουν την βιβλιοθήκη τους.
Μετά από καιρό σε είδα να είσαι ήρεμη και σε ρώτησα τι είχε συμβεί. Μου είπες ότι επιτέλους σταμάτησες να μετράς τα χρόνια. Τώρα πια δίνεις αξία στον εαυτό σου. Τώρα πια δεν καταπιέζεις ότι σου τραυματίζει τα σωθικά. Δεν σε χαρακώνει η απουσία.
Μετά από καιρό σε είδα να λάμπεις από ευτυχία και σε ρώτησα τι είχε συμβεί. Μου είπες ό,τι όταν πια είχαν στερέψει τα δάκρυα θυμήθηκες τα λόγια που σου είχα πει «Όσο κι αν τραυματιστεί μια όμορφη ψυχή, δεν χάνει την αξία της…» και τότε τίναξες από πάνω σου όλες τις πουλημένες προσδοκίες.